Μια βάβω
που 'χε δυο ορφανά...
Mια βάβω είχε δυο πουλιά ,
δύο
βουβά τρυγόνια,
δυο
βλασταράκια μοναχά,
δυο ορφανεμένα αγγόνια.
γιατ’ ήτανε
μικράκι,
τ’ άλλο το
μεγαλύτερο
το βάσταγε απ’
την πλάτη.
η μάνα
αποθαμένη,
το
δάκρυ έστελνε ψωμί (το δάκρυ ζύμωνε ψωμί)
και τον καημό της μέλι:
-Μάνα μ’,ψωμάκι τάισ’τα,(-Μάνα μ',ψωμάκι στέλνω
σε,)
άντρες για
να τα κάνεις
και μέλι,
την αρφάνια τους
μανούλα μ’ , να γλυκάνεις.
-Κόρη μ', ψωμί δεν θέλουνε,
κόρη μ', δεν θέλουν μέλι,
μόν' θέλουν τη μανούλα τους
που πήραν οι αγγέλοι.
-Κόρη μ', ψωμί δεν θέλουνε,
κόρη μ', δεν θέλουν μέλι,
μόν' θέλουν τη μανούλα τους
που πήραν οι αγγέλοι.